Η πρώτη επίπτωση είναι ότι μαθαίνει να παραιτείται πρόωρα, οπότε αναστέλλεται παντού η δυνατότητα του να διεκδικεί.
Όποιος όμως δε διεκδικεί και δεν μπορεί να πάρει, δύσκολα μπορεί να αποφύγει το συναίσθημα της ζήλιας, όταν μάλιστα βλέπει τους άλλους να παίρνουν χωρίς ενδοιασμό, αυτό που ο ίδιος δεν τόλμησε ποτέ να απαιτήσει.
Και επειδή η ζήλια δημιουργεί ενοχές, που τον κάνουν να αισθάνεται άσχημα, προσπαθεί να την αποφύγει, μετατρέποντας την αδυναμία του σε αρετή. Εξυψώνει δηλαδή την αναστολή του σε ιδεολογία, σε ταπεινοφροσύνη και ολιγάρκεια και με τον τρόπο αυτό παρηγορείται με το συναίσθημα της ηθικής υπεροχής.
Η άλλη επίπτωση των πρώιμων βιωμάτων αποστέρησης είναι η αίσθηση του παιδιού ότι δεν αξίζει να αγαπηθεί, πράγμα το οποίο είναι κατά βάση αίτιο για την δημιουργία και την διατήρηση αισθημάτων κατωτερότητας. Πρέπει πρώτα να έχει αγαπηθεί κανείς για να μπορέσει να αισθανθεί ότι αξίζει αυτό το συναίσθημα. Αν όμως δεν έχει βιώσει την αγάπη, τότε θεωρεί τον εαυτό του υπαίτιο για αυτό και άρα είναι εκείνος που δεν αξίζει να αγαπηθεί. Η δημιουργία των συναισθημάτων κατωτερότητας όμως σχετίζεται και με το γεγονός ότι το παιδί δεν έχει στην ηλικία αυτή την δυνατότητα της σύγκρισης.
Δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι είναι οι γονείς του αυτοί που δεν μπορούν να αγαπήσουν.
Ο κόσμος του είναι ο κόσμος γενικά και θεωρεί πως όπως είναι οι γονείς του είναι προφανώς και όλοι οι γονείς. Όταν διακατέχεσαι από βαθιά αισθήματα κατωτερότητας, είναι δυνατόν να σου δημιουργηθεί η αίσθηση ότι δεν έχεις δικαίωμα στη ζωή και ότι κάτι τέτοιο πρέπει να το έχεις κερδίσει πρώτα, επομένως δε δικαιούσαι να υπάρχεις παρά μόνο όταν ζεις για άλλους...
Διάβασε τη συνέχεια στο themamagers.gr