Ντίνα Νικολάου | Η σεφ που φιλοσόφησε την ελληνική κουζίνα

Οι μνήμες από τα παιδικά της χρόνια στο χωριό της Φθιώτιδας, οι γονείς της, η στιγμή που άνοιξε τα φτερά της στο Παρίσι, ο έρωτας με την κουζίνα, το μεράκι που συνεχίζει να αποτελεί το βασικότερο συστατικό στα πιάτα της και η νέα "οικογενειακή" συνεργασία, αυτή τη φορά με τον γιο της, Στυλιανό.

ΓΡΑΦΕΙ: MissBloom TEAM

Στην κουβέντα μας μπλέκονται ο Yves Saint Laurent, η Catherine Deneuve, o Aνδρέας Παπανδρέου αλλά και κοντινά της πρόσωπα, φιγούρες της οικογένειάς της που μοιραία την έχουν καθορίσει. Η μητέρα της, η Κατερίνα (Ρηνούλα) όπως τη φωνάζει, η γιαγιά της και οι γειτόνισσες που μαγείρευαν όλες μαζί, τις παραμονές των γιορτών στο σπίτι της στο χωριό. Οι χαρούμενες φωνές τους από την κουζίνα την ξυπνούσαν νωρίτερα και αυτή η ζεστασιά τη συνοδεύει μέχρι σήμερα. Αυτή θέλησε να περικλείσει στο φαγητό της. Τα πιάτα της να μυρίζουν Ελλάδα και να σε περιβάλλουν με ένα αίσθημα θαλπωρής. Αυτό ήταν το όραμά που μοιράστηκε με την αδερφή της Μαρία και άνοιξαν πριν από 20 χρόνια ένα εστιατόριο ελληνικής κουζίνας στο κέντρο του Παρισιού. Σήμερα, μαζί με το Evi Evane τρέχουν και καταστήματα delicatessen που προσφέρουν ελληνικά πιάτα και προϊοντα. Πίσω στην Ελλάδα, συνεργάζεται με τη δεύτερη αδερφή της, τη Γωγώ και εδώ και λίγους μήνες με τον γιο της, Στυλιανό.

Ντίνα μου, θέλω να μου μιλήσεις λίγο για τα παιδικά σου χρόνια στη Φθιώτιδα.

Μεγάλωσα σε ένα πολύ ωραίο χωριό, στην Κυρτώνη Φθιώτιδας. Αυτό που λέμε στην επαρχία σε ένα κεφαλοχώρι. Δηλαδή σε ένα χωριό στο οποίο υπήρχε αύθονη δουλειά και ένα μέρος το οποίο ευημερούσε. Ένα χωριό ταυτόχρονα αντιπροσωπευτικό της ελληνικής επαρχίας. Αισθάνομαι πολύ ευλογημένη που μεγάλωσα και γεννήθηκα σε αυτόν τον τόπο. Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου μεγάλωσα στην ελευθερία της φύσης. Είχα την ευκαιρία να αφουγκράζομαι τις εποχές που αλλάζουν, είχα άμεση επαφή με τις πρώτες ύλες, με τις μυρωδιές κια τις γεύσεις. Έζησα πολύ ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Τίποτα δεν περίσσευε από το σπίτι μας αλλά δεν μας έλειψε και τίποτα.

Οι γονείς σου με τι ασχολούνταν;

Αγρότες ήταν οι γονείς μου. Καπνοπαραγωγοί. Πολύ προκομμένοι άνθρωποι, έξυπνοι που αγαπούσαν την πρόοδο. Είμαστε τρεις αδερφές. Εγώ, η Μαρία και η Γωγώ και μας μεγάλωσαν με τη σκέψη ότι θα έπρεπε να σπουδάσουμε και νμα πάρουμε πανεπιστημιακό πτυχίο. Εμείς από μικρές γνωρίζαμε ότι θα σπουδάζαμε. Όπως και έγινε. Σήμερα, με τη Μαρία δουλεύω στο Παρίσι και με τη Γωγώ στην Ελλάδα.

"Έζησα πολύ ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Τίποτα δεν περίσσευε από το σπίτι μας αλλά δεν μας έλειψε και τίποτα"

Βοηθούσατε ως παιδιά τους γονείς σας;

Φυσικά και δεν το φέραμε καθόλου βαριά. Όλα τα παιδιά το ίδιο έκαναν. Όταν κάτι το βλέπεις να γίνεται παντού το θεωρείς απόλυτα φυσιολογικό. Εγώ κάποια στιγμή προσπάθησα με τη μαγειρική να ξεφύγω λίγο από τους αγρούς. ΄Ημουν κάπου 12 ετών θυμάμαι όταν είπα στη μητέρα μου ότι από εδώ και πέρα αναλαμβάνω εγώ τη μαγειρική στο σπίτι. Αρχικά όπως καταλαβαίνεις γέλασε. Αλλά εγώ τα κατάφερα. Θυμάμαι να ετοιμάζω το φαγητό της ημέρας, να ανοίγω φύλλο για τυρόπιτα, χωρίς να αναζητώ κάποια συνταγή. Απλά ήξερα να το κάνω. Ούτε εγώ ξέρω πώς. Προφανώς λειτούργησαν τα ερεθίσματα που είχα πάρει.

Ποια ήταν αυτά τα ερεθίσματα;

Πολλά. Η εικόνα της μαμάς να μαγειρεύει. Της γιαγιάς. Οι στενοί συγγενείς. Οι θείες. Εκείνα τα χρόνια η μαγειρική ήταν μία διέξοδος για τις γυναίκες στην επαρχία. Τότε μάλιστα μαγείρευαν παρέα. Πράγμα που βρίσκω μαγικό. Θυμάμαι να με ξυπνούν οι φωνές τους και τα γέλια τους μέσα από την κουζίνα, τις παραμονές των Χριστουγέννων όπου έφτιαχναν μπακλαβά ή κουραμπιέδες. Και μαζευόντουσαν, γελούσαν και έλεγαν τα νέα τους. Εχω ακόμα αυτό το ευχάριστο βούισμα στα αυτιά μου.

Νομίζω ότι και down να είσαι, η μαγειρική σου φτιάχνει τη διάθεση.

Σε εμένα αυτό πάντως συμβαίνει. Είναι αυτό που λέω και στην εκπομπή μου, στο Open Kitchen στο Open. Παιδιά χαλαρά! Έξω γίνεται πανικός, επικρατεί μία τρέλα, ακούμε ειδήσεις που ξεπερνούν κάθε λογική. Αλλά εμείς είμαστε εδώ στην κουζίνα και αισθάνομαι ότι είμαστε προστατευμένοι, ότι είμαστε ασφαλείς. Είναι η δική μου ψυχοθεραπεία αυτή.

Ποιες γεύσεις ή μυρωδιές σε γυρίζουν πίσω στο χωριό;

Ε δεν γίνεται να φάω έναν μπακλαβά με ελαιόλαδο και να μη γυρίσω στα Χριστούγεννα στο χωριό. Ή ένα επιτυχημένο λαδερό το καλοκαίρι και να μην γυρίσω στο μποστάνι μας και στο φαγητό, το ασυναγώνιστο της μαμάς Ρηνούλας. Να μη θυμηθώ τη γιαγιά μου και όλη εκείνη την προετοιμασία ημερών που έκανε μέχρι να το φτιάξει το επτάζυμο ψωμί. Το μαγείρεμα έμοιαζε με ιεροτελεστία.

Τότε σε συνεπήρε ο κόσμος η μαγειρικής;

Όχι, τότε ούτε που μου περνούσε από το μυαλό να ασχοληθώ επαγγελματικά με την κουζίνα. Και αργότερα. Οι σπουδές μου ήταν εντελώς διαφορετικές. Σπούδασα μάρκετινγκ και έκανα μεταπτυχικό στην επικοινωνία στη Γαλλία. Είχα πάει στη σχολή του Ζακ Σεγκελά, του γκουρού των δημοσίων σχέσεων που ως επικοινωνιολόγος για μία περίοδο είχε αναλάβει και τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Και πώς προέκυψαν οι σπουδές μαγειρικής στην ξακουστή Le cordon bleu;

Με το που έφτασα στο Παρίσι για τις σπουδές, ερωτεύομαι τη γαλλική γαστρονομία. Αισθάνθηκα ότι κάτι συμβαίνει και άρχισα να ψάχνομαι. Θυμάμαι αγόραζα βιβλία για τη γαλλική κουζίνα, τις τεχνικές. Και όσο μάθαινα, τόσο αισθανόμουν ότι με τραβούσε περισσότερο αυτή η ιστορία. Με γοήτευε να ασχοληθώ με ένα πεδίο που είναι ανεξάντλητο. Τότε αποφάσισα να σπουδάσω γιατί δεν ήθελα να έχω απορία σε ό,τι αφορά τη γαλλική κουζίνα.

"Ο θείος ήταν ράφτης που πέτυχε πολλά στο Παρίσι. Έκανε φασόν για τα κοστούμια του Yves Saint Laurent και η ειδικότητά του ήταν το κασμίρ"

Ισχυει ότι πήγες στο Παρίσι γιατί ήδη εκεί εργαζόταν ο θείος σου και μάλιστα ήταν στενός συνεργάτης του Yves Saint Laurent;

Ναι ισχύει. Ο θείος ξεκίνησε από το χωριό χωρίς καμία βοήθεια. Ήταν όμως ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος, πολύ καλός τεχνίτης, ράφτης που πέτυχε πολλά στο Παρίσι. ΄Ηταν εκείνος που έκανε φασόν για τα κοστούμια του Yves Saint Laurent και η ειδικότητά του ήταν το κασμίρ. Το δούλευε πάρα πολύ ωραία. Στη συνέχεια δημιούργησε το δικό του brand το Constantin και έκανε prêt à porter. Έδινε τα ρούχα του σε διάσημες μπουτίκ όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και σε άλλες χώρες.

Ήταν εκείνος που σε ενέπνευσε σύντομα να τολμήσεις το επιχειρείν στο Παρίσι;

Ναι και έχω καταλάβει ότι ο θείος γενικά υπήρξε ο μέντορας μου. Τον θαύμαζα. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν έβλεπε εμπόδια. Ένα στοιχείο που έχω και εγώ. Ειλικρινά δεν μπορώ τους ανθρώπους που λένε ''τι το θες αυτό; '' ή ''και πού θα φτάσεις;''. Που τους φταίει το σύστημα και οι συνθήκες.

"Δεν υπάρχουν ''ταβάνια''. Δεν υπάρχουν. Υπάρχει μόνο το θέλω του ανθρώπου και η σκληρή δουλειά".

Που βλέπουν ''ταβάνια''.

Ναι. Δεν υπάρχουν ταβάνια. Δεν υπάρχουν. Υπάρχει μόνο το θέλω του ανθρώπου και η σκληρή δουλειά. Αυτό το έμαθα από τους γονείς μου, από τον θείο μου, από τον περίγυρό μου. Νομίζω ότι το επιχειρείν βρίσκεται στα γονίδια μου. Βλέπω και τα παιδιά μου. Τον γιο μου τώρα το Στυλιανό. Η επιχειρηματικότητα είναι ένα δικό μας στοιχείο. Οικογενειακό.

"Το ελληνικό φαγητό παρουσιάζοταν στη Γαλλία με φοβερά κλισέ. Αυτό το αλλάξαμε"

Τότε ήρθε και το πρώτο εστιατόριο που ανοίξατε με τη Μαρία στο Παρίσι. Με ελληνικό φαγητό.

Το Evi Evane. Το πρώτο μας εστιατόριο. Αρχικά μας βοήθησε πολύ ο σύζυγος της αδερφής μου της Μαρίας. Ο Ιωσήφ ανήκει σε μία οικογένεια από την Κρήτη που είχαν μία μακρά παράδοση στην εστίαση στο Παρίσι αλλά και σε άλλες πόλεις της Γαλλίας. Είχαν ελληνικά εστιατόρια. Έτσι, τολμήσαμε με την αδερφή μου να πάρουμε ένα χώρο στο κέντρο που πάντα λειτουργούσε ως ελληνικό εστιατόριο. Ωστόσο, το ελληνικό φαγητό εκείνα τα χρόνια παρουσιάζοταν με φοβερά κλισέ. Ξέρεις τα τουριστικά. Και εκεί είπαμε με την αδερφή μου: '΄πάμε να τους δείξουμε τι σημαίνει ελληνική κουζίνα''.

Τι σημαίνει το όνομα;

Είναι μία αρχαιοελληνική φράση που σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία έλεγαν οι ακόλουθοι του θεού Διόνυσου και σημαίνει ''όλα καλά να πάνε σε αυτόν τον οίκο''. Είναι η πρώτη καταγεγραμμένη πρόποση στον κόσμο και αυτή δανείστηκε η λατινική γλώσσα με το διάσημο eviva σε όλους μας. Αυτό είναι το πρώτο μας εστιατόριο στο Παρίσι και μετά έρχονται τα delicatessen που προσφέρουν ελληνικό φαγητό και προιόντα της χώρας μας, για όλες τις ώρες της ημέρας. Από τις πίτες το πρωί μέχρι και προτάσεις για το βράδυ. Αυτή τη στιγμη μαζί με το εστιατόριο είναι έξι τα καταστήματα.

Συναντήσατε μεγάλες δυσκολίες σε αυτή τη διαδρομή;

Ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος στη Γαλλία. Σίγουρα αντιμετωπίσαμε δυσκολίες γιατί μιλάμε για δύο γυναίκες. Δύο ξένες γυναίκες για τους Γάλλους, Ελληνίδες, που μπήκαν στον χώρο της εστίασης που τότε ήταν ανδροκρατούμενος. Αυτό που έχει σημασία τελικά όμως είναι τι πιστεύεις εσύ. Όχι τι πιστεύουν οι άλλοι για σένα. Είχαμε πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση, ξέραμε πολύ καλά τι θέλουμε και δουλέψαμε ατελείωτες ώρες. Συχνά μας συμβούλευαν να δουλέψουμε τη μεσογειακή κουζίνα. ''Ποιος ξέρει την ελληνική κουζίνα;'' συνήθιζαν να μας ρωτούν. Πράγματι, πριν από 20 χρόνια που ξεκινήσαμε, την ελληνική κουζίνα την "εκπροσωπούσαν" κάτι πιατάκια τουριστικά. Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα. Χόρευαν ζορμπά και πρόσφεραν κανένα σουβλάκι, κανένα ντολμαδάκι και αυτό ήταν. Τελειώσαμε.

Όλο αυτό άλλαξε όμως.

'Αλλαξε ναι και θεωρώ ότι έχουμε συμβάλει με τη Μαρία σε αυτή την αλλαγή. Τους εκπαιδεύσαμε και εμείς να μάθουν το καλό ελληνικό φαγητό. Είχαμε σχέδιο. Δεν ''τσουβαλιάσαμε'' ποτέ την ελληνική κουζίνα καθώς θέλαμε να αναδείξουμε τις τοπικές γευστικές παραδόσεις. Κάναμε θεματικές εβδομάδες αφιερωμένες σε ξεχωριστούς προορισμούς. Αφιερώματα στη χειμερινή ορεινή ελληνική κουζίνα. Γιατί πίστευαν οι Γάλλοι ότι έχουμε μόνο καλοκαίρι. Προσφέραμε για παράδειγμα, αρνάκι γεμιστό όπως στη Πελοπόννησο, σκαλτσούνια όπως την Κρήτη. Πάντα υπήρχε τοπική αναφορά. Ένας μύθος πίσω από κάθε πιάτο ή προϊόν. Το να φτάσω δηλαδή να γράφω βιβλία για την ελληνική κουζίνα στον μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της Γαλλίας, στην Asset. Νομίζω ότι έχουμε κάνει πολλά βήματα.

Έχεις και διάσημους Γάλλους που έχουν αγαπήσει την ελληνική κουζίνα μέσα από τα μαγαζιά σας;

Είναι πολλές προσωπικότητες που είναι πολύ γνωστές στη Γαλλία αλλά δεν τους γνωρίζουμε εδώ στην Ελλάδα αλλά από αυτούς που είναι ευρέως γνωστοί είναι η Κατρίν Ντενέβ. Ζει εκεί κοντά και απολαμβάνει τα πιάτα μας.

Πλέον μοιράζεις το χρόνο σου ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Γαλλία;

Τα πρώτα χρόνια ζούσα στη Γαλλία. Κάποια στιγμή όταν οι γιοι μου ήταν μαθητές στο λύκειο, επιστρέψαμε στην Ελλάδα μόνιμα και εγώ πηγαινοερχόμουν. Αργότερα, ως φοιτητές επέστρεψαν στο Παρίσι και είναι τώρα δύο τρία χρόνια που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα.

"Έλεγα στα παιδιά μου: ''ξέρω πώς δεν είμαι αρκετά παρούσα αλλά κάνω μία δουλειά που με κάνει ευτυχισμένη και σας ευχαριστώ που με με αφήνετε να το ζω''"

Έχει challenge να είσαι μαμά δύο παιδιών και να κυνηγάς τα όνειρά σου, προσπαθώντας να μην ''αναστατώνεις'' και τόσο την καθημερινότητα της οικογένειάς σου;

Πριν με ρώτησες για τις δυσκολίες. Το πιο δύσκολο πράγμα ήταν αυτό. Η ισορροπία. Γιατί κακά τα ψέματα και εγώ -όπως όλες οι μαμάδες που δουλεύουν- είχα αυτή την ενοχή. Αναρωτιόμουν μήπως δεν ήμουν αρκετά παρούσα; Μήπως θα έπρεπε να είμαι κοντά στα παιδιά σε μία σχολική γιορτή; Δεν μπορώ να πω ότι απέφυγα τις ενοχές. Όμως ποτέ δεν τους είπα ότι κουράζομαι, λείπω, σκοτώνομαι για το καλό της οικογένειας. Ότι το κάνω για εμάς για όλους μας. Πάντα τους έλεγα ότι ξέρω πώς δεν είμαι αρκετά παρούσα αλλά κάνω μία δουλειά που με κάνει πολύ ευτυχισμένη και σας ευχαριστώ πάρα πολύ που με καταλαβαίνετε και με αφήνετε να το ζω. Νομίζω ότι αυτό εκτίμησαν τα αγόρια. Την ειλικρίνεια μου.

Νομίζω ότι ήσουν ειλικρινής και απέναντι στον εαυτό σου πρωτίστως.

Όλοι θέλουμε μία δικαιλογία. Πιστεύω όμως ότι τα όνειρά μας τα κυνηγάμε πρώτα για εμάς. Και καλά κάνουμε γιατί τα παιδιά θέλουν ευτυχισμένους και ισορροπημένους γονείς. Γιατί τι να τον κάνουν έναν γονιό που κοιμάται μέρα νύχτα, που δεν του μιλάει, είναι στεναχωρημένος, του φταίνε όλα; Το παιδί θέλει έναν γονιό που να αγαπάει τον εαυτό του. Γιατί αν αγαπάς τον εαυτό σου, μπορείς να αγαπήσεις το παιδί σου και να του δείξεις πώς να αγαπά την ανθρωπότητα. Είναι απλό. Δεν είναι καμία μεγάλη φιλοσοφία αυτό που λέω.

Πρόσφατα μου ανέφερες ότι ψάχνεσαι φιλοσοφικά στο φαγητό. Τι εννοείς;

Ένα καλό φαγητό έχει καλή πρώτη ύλη, τεχνική, καλή ενέργεια, έξυπνους συνδυασμούς και πάνω από όλα γνώση. Δεν γίνεται να μην γνωρίζουμε τι τρώμε. Έχουμε ένα σώμα που πρέπει να αγαπήσουμε και να φροντίσουμε και να έχουμε γνώση πώς να το κάνουμε αυτό. Να γνωρίζουμε τι στοιχεία έχουν τα υλικά μας και τι μας προσφέρουν στον οργανισμό μας. Έχουμε μπει στον κόπο να μάθουμε; Πρέπει να τα διδαχτούμε αυτά τα πράγματα, στο σχολείο. Τι στοιχεία έχει ένα μήλο, ποια ώρα είναι καλή να το τρώμε; ή πως το συνδυάζουμε;

Υπάρχουν σήμερα καλές πρώτες ύλες;

Ναι αλλά είναι ακριβές. Πράγμα απαράδεκτο για εμένα γιατί το καλό φαγητό δεν θα έπρεπε να είναι ελιτίστικο αλλά ένα αγαθό προσβάσιμο σε όλους. Να έχουμε όλοι πρόσβαση στην καλή πρώτη ύλη.

Τώρα με τον Στυλιανό τον γιο σου, συνεργάζεστε. Είχε μία ιδέα. Το Healthy Μαγειρευτό.

Η ιδέα ήταν να προσφέρουμε μαμαδίστικα καθημερινά φαγητά της, απαλλαγμένα από λιπαρά, με καλές πρώτες ύλες και σε τιμές διανομής! Σκέφτηκε δηλαδή το σπιτικό φαγητό να φτάνει στο σπίτι και να είναι προσιτό σε πολύ κόσμο. Να σε βρίσκει στο σπίτι σου. Προσπάθησε να με πείσει γιατί ήξερε τις ανασφάλειες μου και τις αναστολές μου. Αυτό που είχε κάνει να διστάζω αρχικά είναι η σκέψη του πώς θα φτάνει το φαγητό. Εμείς θα βγάλουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε, θα φτάνει όμως σωστά; Τελικά όμως πείστηκα και πολύ καλά έκανα γιατί είδα πώς δουλεύει ο Στυλιανός, τους μηχανισμούς του, πόσο δυνατή ομάδα έχει.

Έχει σχέση με την εστίαση εκείνος;

'Οπως κάθε παιδί ενός μάγειρα. Οι γιοι μου είχαν από μικροί εξοικείωση με ό,τι έχει σχέση με την κουζίνα και το καλό φαγητό. ΄Ηταν μικρά παιδιά και ταξιδεύαμε σε όλο τον κόσμο για να δοκιμάσουμε ένα πιάτο σε ένα εστιατόριο που ήθελα εγώ. Ο Στυλιανός έχει κάνει σπουδές στη νομική και στο μάρκετινγκ, έκανε την πρώτη του επιχείρηση στα 19 του με εξειδικευμένο φαγητό για να καλύπτει τις ανάγκες των πρωταθλητών.

Η συνεργασία σας πώς κυλάει;

Περισότερο από καλά. Τον θαυμάζω τον Στυλιανό. Όχι επειδή είναι γιος μου. Θαυμάζω τον τρόπο που λειτουργεί, τη σοβαρότητά του, την αφοσίωση του και την επικοινωνία που έχει με τους συνεργάτες του.