"Οι μόνοι που αξίζουν για μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν, να σωθούν, που ποθούν τα πάντα την ίδια στιγμή, αυτοί που ποτέ δε χασμουριόνται ή δεν λένε κοινότοπα πράγματα, αλλά που καίγονται, καίγονται , καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά". Η κλασική, πλέον, φράση από το αριστούργημα "Στον Δρόμο" του Jack Kerouac έρχεται σχεδόν αυτόματα στο μυαλό με το άκουσμα του ονόματος του Βλάσση Μπονάτσου, ο οποίος γεννήθηκε στις 30 Νοεμβρίου του 1949 και έφυγε από τη ζωή στις 14 Οκτωβρίου του 2004, στα 55 του.
Ο Βλάσσης Μπονάτσος ήταν γιος δικαστικού και καθηγήτριας πιάνου, με καταγωγή από το Ξυλόκαστρο Κορινθίας. Είχε έναν μεγαλύτερο αδερφό τον Τάκη, ο οποίος είναι στιχουργός. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 60 έχει την πρώτη του επαφή με τη μουσική όταν και ίδρυσε το συγκρότημα loubok.
Στη συνέχεια υπήρξε μέλος του μουσικού συγκροτήματος Πελόμα Μποκιού από το 1969 έως το 1972. Το όνομα του συγκροτήματος προέρχεται από τα αρχικά των ονομάτων των μελών του: Νίκος ΔαΠΕρης, Νίκος ΛΟγοθέτης, Τάκης ΜΑρινάκης, Βλάσης ΜΠΟνάτσος, Γιάννης ΚΙΟΥρκτσόγλου.
Το συγκρότημα γνώρισε μεγάλη επιτυχία με το τραγούδι "Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε", το οποίο έγραψε ο Γιάννης Κιουρκτσόγλου και το οποίο ηχογραφήθηκε στην πρώτη του εκτέλεση από τους Πελόμα Μποκιού με τη φωνή του Νίκου Δαπέρη. Το ίδιο τραγούδι ηχογράφησε, 25 χρόνια αργότερα, ο Βλάσσης Μπονάτσος όταν συνεργάστηκε με τους Goin' Through.
Διαβάστε περισσότερα στο womantoc.gr