Μια άκρως αποκαλυπτική συνέντευξη στην εφημερίδα Lifo και την Αργυρώ Μποζώνη παραχώρησε ο Βασίλης Μπισμπίκης. Ο ηθοποιός που τη φετινή σεζόν πρωταγωνιστεί στη σειρά του Mega, "Κομμάντα και Δράκοι" και ετοιμάζει και τα "Κόκκινα Φανάρια" θεατρικά, μίλησε για τις δύσκολες στιγμές που βίωσε τον πρώτο καιρό που ήρθε στην Αθήνα από το Λουτράκι, εξαιτίας της οικονομικής του ανέχειας.
Μάλιστα, αποκάλυψε ότι ήταν άνθρωπος των άκρων, ζούσε στο περιθώριο, ενώ στους ανθρώπους του περιθωρίου είναι αφιερωμένη και η παράσταση που ετοιμάζεται να ανεβάσει. Πρόκειται για όλους όσοι τον βοήθησαν, όπως οι τρανς, προσφέροντάς του στέγη, τα πρώτα εκείνα χρόνια που είχε μετακομίσει στην πρωτεύουσα. "Είναι σαν φόρος τιμής σε αυτά τα πρόσωπα η παράσταση" δηλώνει χαρακτηριστικά.
Διάαβσε ένα απόσπασμα όσων είπε παρακάτω
-Βασίλη, από μικρός ήθελες να κάνεις θέατρο;
Δεν ξέρω αν ήθελα να κάνω θέατρο με την έννοια που το λέει σήμερα ένας δεκαοχτάρης. Προφανώς ήταν μια διέξοδος που δεν την καταλάβαινα. Μεγάλωσα στο Λουτράκι, από μικρό παιδί έκανα Καραγκιόζη, έφτιαχνα τσίρκο, σκηνοθετούσα, έβαζα εισιτήριο, ήθελα πάντα να κάνω αυτό που είχα στο μυαλό μου.
Όταν ήμουν ακόμα σχολείο μπήκα σε έναν ερασιτεχνικό σύλλογο και κάναμε την "Ελένη" του Ευριπίδη. Πήραμε το βραβείο αρχαίου δράματος και παίξαμε στην Επίδαυρο τιμητικά σε μια βραδιά αφιερωμένη στον Ροντήρη. Εκεί με είδε ο Τάσος Ρούσσος, τότε διευθυντής στο Εθνικό, και μου είπε: "Αγόρι μου, εσύ θα έρθεις στο Εθνικό". Και πήγα ‒ αλλά πώς να με πάρουν;
Εγώ δεν είχα τελειώσει το λύκειο, ένα γυμνάσιο με το ζόρι, με είχαν διώξει από παντού. Αλλά ήρθα στην Αθήνα, είπα "θα πάω να βρω την πιο φτηνή σχολή" και τη βρήκα, τη σχολή της Μαίρης Βογιατζή-Τράγκα. Εκεί πήγα και δεν το μετάνιωσα γιατί βρήκα έναν δάσκαλο, τον Βασίλη Ρίτσο, που ήταν ο μέντοράς μου τέσσερα χρόνια.
-Ζορίστηκες στην Αθήνα;
Φυσικά ζορίστηκα, ήμουν άφραγκος και ένας χαρακτήρας των άκρων και των καταχρήσεων και αυτό το κομμάτι της ζωής μου έχει μεγάλη σχέση με τα "Κόκκινα Φανάρια" που ετοιμάζουμε, γιατί έζησα μέσα στο περιθώριο.
Και μέσα στις μεγάλες ταλαιπωρίες που πέρναγα με μάζευαν κυριολεκτικά οι πουτ@νες και οι τρανς και με φρόντιζαν. Ζούσα στην Ομόνοια, σε ένα ξενοδοχείο, και ήμουνα συγκάτοικός τους. Όταν είχε κρύο με βοηθούσαν πάρα πολύ, μου άνοιγαν τα μπο@ρδέλ@ και καθόμουνα στις σόμπες με τις τς@τσάδες. Είναι σαν φόρος τιμής σε αυτά τα πρόσωπα η παράσταση, αλλά εμείς εδώ το πάμε ένα βήμα παραπέρα.
Εξωτερική φωτογραφία: NDP